Επεισοδιακό χαρακτήρα είχε η πρώτη επίσκεψη Τούρκου προέδρου στην Αθήνα ύστερα από 65 χρόνια, οφείλοντας πολλά γι’ αυτό στον ούτως ή άλλως εκρηκτικό χαρακτήρα του Ρετζέπ Ταγίπ Έρντογαν. Με προκλητικό τρόπο φρόντισε πριν καν πατήσει σε ελληνικό έδαφος να εγείρει αξιώσεις, όμως το εκτός πρωτοκόλλου πινγκ-πονγκ που είχε με τον Προκόπη Παυλόπουλο στο Προεδρικό Μέγαρο ήταν πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα και για μια επίσκεψη ξένου ηγέτη στην Ελλάδα.
Το σημαντικότερο όλων; Ο Τούρκος πρόεδρος φρόντισε να εγείρει αξιώσεις και να ανοίξει θέματα από όλο το φάσμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων: από τη Θράκη και τη μειονότητα έως το Κυπριακό και το Αιγαίο. Με ένα και μόνο όχημα, εκτός από τους υψηλούς τόνους: τη Συνθήκη της Λωζάννης και την – κατά τον ίδιο – ανάγκη αναθεώρησής της. Και δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να αξιοποιήσει τη σχετική αναφορά από τον κ. Παυλόπουλο πως η Ελλάδα θεωρεί πως η Λωζάννη είναι αδιαπραγμάτευτη. «Υπάρχουν εκκρεμότητες και θέματα που δεν κατανοούνται σωστά», υποστήριξε συγκεκριμένα, προσθέτοντας ότι η επίμαχη συμφωνία υπογράφηκε πριν από 94 χρόνια και από 11 συνολικά χώρες.
Αν και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας φέρεται να είχε ενημερώσει εκ των προτέρων το Μαξίμου για την παρέμβασή του, πληροφορίες αναφέρουν πως η εξέλιξη στο Προεδρικό Μέγαρο όχι μόνο αιφνιδίασε το κυβερνητικό επιτελείο, αλλά προκάλεσε τουλάχιστον… μούδιασμα. Κυβερνητικός αξιωματούχος, πάντως, έσπευσε αργότερα να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, σημειώνοντας πως «ο κ. Παυλόπουλος επανέλαβε τις ελληνικές θέσεις και είναι προφανές ότι δεν περιμέναμε η Τουρκία να αλλάξει τις δικές της». Άφησε μάλιστα αιχμές κατά των Τούρκων, λέγοντας: «Τείνουμε χείρα φιλίας στην Τουρκία και είναι στο χέρι της εάν θα αξιοποιήσει την πρωτοβουλία μας. Το τανγκό θέλει πάντα δύο».
Κατά γενική ομολογία, πάντως, ο πρωθυπουργός αποδείχθηκε πολύ πιο ευέλκτος σε σχέση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και αντιμετώπισε με παρρησία τον Τούρκο πρόεδρο. Μολονότι δεν απέφυγε το πινγκ-πονγκ των φαρμακερών δηλώσεων, απάντησε με πολιτικά επιχειρήματα στον Έρντογαν και ουδόλως ακαδημαϊκά, όπως φαίνεται να έκανε ο κ. Παυλόπουλος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο μάλιστα κατόρθωσε να κρατήσει και τις ούτως ή άλλως ευαίσθητες και πολύ δύσκολες ισορροπίες. Υποχρέωσε επίσης τον Έρντογαν να ξεκαθαρίσει ότι η Τουρκία σέβεται απολύτως την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας, ενώ «κάρφωσε» τον Τούρκο πρόεδρο τόσο για το θέμα της Θράκης και της θρησκευτικής ελευθερίας της μειονότητας («στην Ελλάδα ουδέποτε σκεφτήκαμε να κάνουμε μια θρησκευτική λειτουργία σε τέμενος, όπως εσείς – κακώς – κάνατε επανειλημμένα στην Αγιά Σοφιά», είπε) όσο και για το Κυπριακό, τονίζοντας πως το πρόβλημα προέκυψε από «παράνομη εισβολή και κατοχή στο νησί». Με τον Έρντογαν να καταφεύγει τότε σε ειρωνείες για την ηλικία π.χ. του κ. Τσίπρα…
Μολονότι οι τόνοι έπεσαν κατά το χθεσινοβραδινό επίσημο δείπνο στο Προεδρικό Μέγαρο, ερωτηματικό παραμένει τι θα συμβεί σήμερα στη Θράκη. Η συγκεκριμένη επίσκεψη έχει ούτως ή άλλως προβληματίσει εξ αρχής την ελληνική πλευρά και πλέον, μετά τη χθεσινή μέρα στην Ηρώδου Αττικού, ο Έρντογαν είναι απενοχοποιημένος όσον αφορά στα όσα θα πει στη μειονότητα – την οποία ενώπιον του Έλληνα ομολόγου του αποκάλεσε «τουρκική».
Το επίσημο πρόγραμμα περιλαμβάνει ολιγόωρη παραμονή για τον Τούρκο πρόεδρο στην Κομοτηνή και συγκεκριμένα προσκύνημα σε τζαμί της πόλης και γεύμα με μέλη της μειονότητας. Ο κ. Παυλόπουλος δεν θα συνοδεύσει τελικώς τον Τούρκο ομόλογό του στη Θράκη, όπως εξετάστηκε αρχικά ως ενδεχόμενο. Έτσι, την κυβέρνηση θα εκπροσωπήσουν ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Κατρούγκαλος και ο υφυπουργός, Γιάννης Αμανατίδης.
Σε κάθε περίπτωση, η επίσκεψη Έρντογαν στην Αθήνα αφήνει να πλανάται ένα τεράστιο ερωτηματικό που παραμένει αναπάντητο: ποιος ήταν ο σκοπός που υπηρέτησε για την ελληνική πλευρά η παρουσία του στην Αθήνα. Διότι όχι μόνο δεν σεβάστηκε την προτροπή για χαμηλούς τόνους, όπως επί μέρες διέρρεε η κυβέρνηση ως αποτέλεσμα των εντατικών διαβουλεύσεων των διπλωματικών γραφείων των δύο πλευρών. Αλλά επιπλέον άνοιξε νέες πληγές στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, όπως την αμφισβήτηση για τη Θράκη ή το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας, το οποίο για πρώτη φορά – τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια – παραπέμπεται σε διμερείς συνομιλίες (σ.σ.: πάγια ελληνική θέση ήταν πως όποιος διαφωνεί – η Τουρκία δηλαδή – πρέπει να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης).
«Η Ελλάδα πρότεινε στην Τουρκία να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις», ήταν πάντως το σχόλιο κυβερνητικών πηγών μετά τις συναντήσεις. Προϋπόθεση, για τους ίδιους, ο σεβασμός εκ μέρους της Τουρκίας τόσο στο Διεθνές Δίκαιο όσο και στη Συνθήκη της Λωζάννης, αλλά και η επανέναρξη των απευθείας συνομιλιών για επίλυση του Κυπριακού στη βάση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ.