Πριν δυο χρόνια έτρεξα πρώτη φορά αγώνα απόστασης. Ήταν ένας πέντε χιλιομέτρων και στον τερματισμό του κατάλαβα πως η φυσική μου κατάσταση δεν ήταν αυτή που έπρεπε. Παρότι έκανα αθλήματα και γυμναζόμουν το τρέξιμο και την αντοχή πάντα τα απέφευγα. Πριν λίγες ημέρες, δυο χρόνια μετά από το πρώτο μου πεντάρι κατάφερα να τερματίσω σε κάτι περισσότερο από δύο ώρες έναν ημιμαραθώνιο.
Η αλήθεια ήταν ότι μέχρι να περάσω την γραμμή του τερματισμού δεν το πίστευα ότι θα τα καταφέρω. Είχα ενοχλήσεις στα γόνατα, ένοιωθα κουρασμένος, πεινούσα αλλά και ήταν γεγονός ότι σε προπόνηση δεν είχα καταφέρει ποτέ να ανέβω πάνω από δεκαπέντε χιλιόμετρα. Βέβαια από ότι φαίνεται την μέρα του αγώνα τα ψυχικά αποθέματα και η αντοχή είναι διαφορετικά. Ίσως είναι αυτή η χαρά, αυτό που ξέρεις ότι θα νοιώσεις όταν τα καταφέρεις, που με ώθησε να ξεπεράσω τον εαυτό μου. Γιατί για κάποιον ίσως ένας ημιμαραθώνιος σε δύο ώρες και είκοσι λεπτά να μην είναι κάτι σπουδαίο αλλά εμένα μου έφτιαξε την διάθεση για μια εβδομάδα καθώς το θεώρησα άθλο.
Όσο περνάνε οι μέρες όμως και ξεκινάω ξανά δειλά δειλά να τρέχω, αυτό που έκανα μοιάζει μικρό. Θέλω μεγαλύτερη απόσταση, θέλω να τρέξω έναν κλασσικό μαραθώνιο. Θέλω να κάνω καλύτερους χρόνους. Νοιώθω αυτή την γνώριμη απληστία που με πιάνει στο βουνό. Όσες φορές και να κατέβω μια πλαγιά δεν είναι αρκετές, θέλω περισσότερες, μέχρι αν με διώξουν από το βουνό και να κλείσει το χιονοδρομικό.